Poihsis

Greek Poetry and Poet Hector Ektropos Ελληνική ποίηση και o ποιητής Έκτωρ Έκτροπος

My Photo
Name:
Location: Athens, Greece

μια χίμαιρα... το χθές είναι του σήμερα... και ρούχο μου καθάριο... το σήμερα του αύριο...

Wednesday, February 13, 2013

Εναερίτες

Ποντάρετε κυρίες και κύριοι!
Έρως ή Θάνατος το στοίχημα...
Έρως και Θάνατος η ανταμοιβή
στο συρματόπλεγμα κουρέλι το βραβείο όνομα σας...
Και συ μπογιατισμένη πόρνη του σωρού
ξέψυχα να αποζητάς με τη μπουρού τον νικητή σου 
πριν πας για ύπνο μακιγιαρισμένη την τελευταία ευκαιρία
στη μοχθηρία τιμωρία, τη γιορτή και τη ντροπή σου
στήθος περίστροφο στου εραστή σου τους κροτάφους
σαν τα σκαθάρια που κυλούν κοπρόλιθους
στων ζωντανών τους τάφους!
Όλα ή τίποτα...

Όλα στο Τίποτα...
Και συ μοναξιά αγάπη,
να εκλιπαρείς χεσμένη στη γωνιά
μη σε ξεχάσω στο σχολειό των βιασμών
μα να 'πιστρέψω να σε πάρω...
Να ξαναπαιξουμε κυνηγητό στους δρόμους
και κρυφτό με μάσκες και φτερά στους ώμους
Να κουβαριάσουμε στα πεζοδρόμια πρωϊνά
όμοια αλήτες που μαλώνουνε στη μοιρασιά
ξανά μαδώντας δάκρυα μαργαρίτες και φιλιά
και να κυλούν πέρλες καυτές, μετεωρίτες
στα ρόδα τα κρυφά βαθιά σου,
μες στο υγρό σου το στενό, εναερίτες
που μια νυχτιά θα σπρώξεις πάλι  στο κενό
καταμεσής του Έρωτα νυχιά στολίδι ανεπίδοτο
μόνο σπασμένο μας παιγνίδι...
ζωής ζαριά μέσα στο γύρο του θανάτου το αντίδοτο

Πιότερο ερωτευμένος κανείς δε γένηκε ποτές
παρά σαν έστρεψε αργά την πλάτη του σε Κείνη,
να νοιώσει στου μαχαιριού της τη λεπίδα...
την ύστατη του πλήγματος σαγήνη
να φτερουγά φουρτουνιασμένα κι αμοιβαία...
σα γύπας πλάϊ στο νεκρό του ταίρι
τις μνήμες του π' αρνιέται να κατασπαράξει
έτσι απαρνιέται ο Έρωτας την κάθε του ελπίδα
και την πράξη...
πάνω απ το φέρετρο νύφης ναυτίας και μπεκρούς
να καρτερά απόκριση από ύπερους νεκρούς
βαλσαμωμένους  με απαντήσεις βολικές στο στόμα...
σαν τρίχες από φουντωμένα εφηβαία...

Σαν αγαπάς, σκοτώνεις...
κι είναι ο φόνος του Έρωτα αυτός,
ανώτερος από τον Έρωτα τον ίδιο
κι αθώος από ζωές πολλές κι από γαμήσια χίλια
προγραμματισμένης ηδονής και τεκνοποίησης,
γιατί θα σκότωνα όλον τον κόσμο
για να σε πάρω μεθυσμένη
πάνω στην άμμο την νωπή
από την παρθένα ματωμένη 
αυτοχειρία μου...

Saturday, February 09, 2013

Αντάρτης

Ξύπνα γαμιόλη άνθρωπε.
Είναι ψωμί και αλυσίδα
η όποια αξία μοιραζόμαστε...
περίστροφο που στρέφουμε στους άλλους
σαν κοιταζόμαστε, να τους σκοτώσουμε
κι ας βρίσκονται πίσω απ τον κρόταφο μας,
για να τους σώσουμε...
για να γλιτώσουμε...

Κι οι λέξεις σφαίρες προσευχές
που μας κατήχησε το Κράτος
για να μιλάς να κρίνεσαι και να συγκρίνεσαι
κι όσο μιλάς τόσο πιο ένοχος να γίνεσαι...
και παραβάτης
αφού μόνο στο έγκλημα υπάρχεις λεύτερος.
πιο Λεύτερος από όλους
μα πιότερο απ τη βλαστήμια τη μεγάλη
των τεθλιμμένων συγγενών
που θάψαν ό,τι τους έκανε πως ήταν ο Θεός
προτού καν μάθουνε αν έζησε η αν πέθανε...

Κι οι γαμημένοι πιάσανε
και Κράτος Τον επλάσανε
με βούρκο μες τη βρώμα τους,
Πατέρα Άγιο αιρετό
μεθύστακα, αψύ και τρυφηλό
να κόβει και να ράβει νόμους και σάρκες
στου Κρέοντα το στόμα μέσα
και να μιλά με εκειά της Μέδουσας τα μάτια
καθώς κομμάτια σε πετά στην ιερά εξέταση
για να γλιτώσουνε τα κρίματα σου.

Γωνιές μην ψάχνεις ούτε αιτίες αφού κάπου και κάπως
πάντα θα είσαι παραβάτης για το κράτος
Κουνήσου μοναχά, υπάρχεις και γίνεσαι
μόνο όσο πιο γρήγορα κινείσαι από αυτό...
μέσα στο φόνο του.
Και μόνο τότε υπάρχει αθάνατο κι αυτό...
μέσα απ το φόνο σου...
να παιδιαρίζει το Θεό πάνω στο θρόνο του

Μόνο η πράξη σου μετρά, όταν σε κυνηγά
με μπάτσο, αργυραμοιβό και έφορα.
Μόνο την κίνηση σου αυτή φοβάται...
και τον Δημιουργό Καταστροφέα Έρωτα...
γιαυτό βάζει διόδια και ηθικής εμπόδια
να γίνει αιδοία η οδός...
σύζυγοι παράλυτοι εραστές...
γεννοβολάνε κύτταρα δούλους αρουραίους
για αυτό το άθλιο καθεστώς νοικοκυραίους
κάτω από το άγιο βλέμμα του...

Τρέμει μοναχά του ασύστολου Έρωτα
την ατσαλάκωτη παρέλαση της στύσης
που το γεννά και το σκοτώνει
γιατί είναι λοστάρι που σπα θαμμένες αλυσίδες
και κείνου του μουνιού την υγραμένη λύσσα
που μυρώνει συνειδήσεις και το μαραίνει
γιατί ανασταίνει και σκουριάζει
τα πιο γόνιμα γρανάζια του.

Ω μα ναι!
Τούτη η στιγμή ντροπιάζει και φοβίζει
στην εκπυρσοκρότηση του Έρωτα,
το χύδην... της αρετής η εγκατάλειψη...
γιατί αν υπήρξε Θεός ποτέ,
δεν κατοίκησε στον ουρανό μα στα λαγόνια σου
σε κείνα τα μάτια τα αιώνια σου
που ουρλιάξανε το χύσε με γαμιά μου...
Μόνη φορά... και μόνο θαύμα..,
Έρωτα μου, Αντάρτη μου, Φονιά μου...